- προσῆξε
- προσάγωbring toaor ind act 3rd sg (attic epic ionic)προσάγωbring toaor ind act 3rd sg (attic epic ionic)προσήκωto have comeaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσῇξε — προσαίσσω spring aor ind act 3rd sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ομίχλη — Στη μετεωρολογία είναι τροποσφαιρικός σχηματισμός όμοιος προς το νέφος, από το οποίο διαφέρει μόνο κατά το ότι επικάθεται πάντοτε στην επιφάνεια του εδάφους. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για ένα σμήνος λεπτών υδροσταγονιδίων (με… … Dictionary of Greek
προσαΐσσω — και αττ. τ. προσᾴσσω Α 1. αναπηδώ, τινάζομαι ή τρέχω με ορμή προς κάποιον 2. φρ. «φοβερὰ δ ἐμοῑσιν ὄσσοις ὁμίχλα προσῇξε» πολλή ομίχλη έπεσε στα μάτια μου (Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἀΐσσω «ορμώ, εκσφενδονίζομαι»] … Dictionary of Greek